- αδαμία
- (adamia).Ονομασία γένους δικοτυλήδονων φυτών, της οικογένειας των σαξιφραγιδών, με ένα μόνο είδος, ιθαγενές της Κίνας και των Ιμαλαΐων. Το σπάνιο αυτό είδος έχει ύψος 1,50 έως 2,50 μ. και μοιάζει με την ορτανσία. Είναι φυτό αειθαλές, με φύλλα αντίθετα, με μίσχο και αραιό κατά μήκος των νεύρων χνούδι, λογχοειδή και πριονωτά. Τα άνθη του είναι μπλε.
Dictionary of Greek. 2013.